Originally uploaded by david gillanders'
Δεν τον νοιάζει τελικά
αν θα του δώσω το ένα ευρώ
που ζήτησε.
Κάθεται δίπλα μου, το ξέχασε κιόλας,
πετάει το νερό που απέμεινε στο κύπελλό του
ψηλά.
Να, λοιπόν, που δύναται αυτός ο πιτσιρίκος
να φτιάξει βροχή καλοκαιριού απόγευμα,
τι να κοστίζει κι αυτή η βροχή.
Μες στο παιχνίδι του μικρού
χάθηκε ένα πενηντάλεπτο,
μια ερώτηση, χάθηκε, στον επόμενο περαστικό
"μου δίνεις ένα ευρώ; ένα πενηντάλεπτο;".
Του ΄πα κάτι σαν όχι, πάντως εγώ,
του 'δειξα τα κιτάπια μου,
σα να μολόγησα πως δε μου περισσεύει
χρόνος.
Κι αυτός, εδώ, στο πλάι μου,
βρήκε αφορμή απ' αυτήν μου την άρνηση κι έγινε
πάλι παιδί.
Με συγχώρεσε κιόλας,
πόσο τον λατρεύω τώρα,
σαν άτακτος αδερφός που τον άφησα πάλι απένταρο.
Τούτος, λοιπόν, ο πάντα του αποδιοπομπαίος,
με θυμώνει που μες στην αδυναμία του
με νικά,
φτιάχνει βροχή στα καλά του καθουμένου,
χορεύει κιόλας μέσα της,
κοίτα τον, τσίπα δεν έχει,
με νίκησε ολοκληρωτικά.
Πολύ καλό Άρτεμις!
Δικό σου;
(έλα, σε πειράζω επαναλαμβάνοντας την δική σου ερώτηση)